dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
έμμισθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Καταβληθεί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πληρωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αμειβόμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
άδεια μετ' αποδοχών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bezahlter Urlaub
Ⓦ
Ⓖ
…
κακοπληρωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlecht bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
δραχμοσυντήρητος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlecht bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
χαμηλόμισθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlecht bezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ανεξόφλητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
απλήρωτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ακατάβλητος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κακοπληρωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unterbezahlt
Ⓦ
Ⓖ
…