dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ομιλητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Redner
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ρήτορας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Redner
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)