dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
πινέλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pinsel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
μπούφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pinsel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
χρωστήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pinsel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
βούρτσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pinsel
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)