dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einlenken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erfüllen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Folge leisten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gehorchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich danach richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich einordnen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich fügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich zusammennehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich zusammennehmen.
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Vernunft annehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zur Räson kommen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zur Vernunft kommen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμμορφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entsprechen
Ⓦ
Ⓖ
…