dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πολύχρονος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langlebig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαρκής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langlebig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πολυετής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langlebig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μακρόβιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langlebig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μακροχρόνιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langlebig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)