dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ανασυνδέω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wieder aufnehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ανασυνδέω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wieder verbinden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανασυνδέω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erneuern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανασυνδέω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wiedervereinigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)