dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ανασκίρτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Aufspringen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ανασκίρτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zucken
Ⓦ
Ⓖ
…