dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Aufheben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufhebung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Berufung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kassation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Revision
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Totschlag
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Widerlegung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)