dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
σάτυροι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Faun
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
σάτυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Faun
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)