dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
σφαγιασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schlachten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σφαγιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlachten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σφάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlachten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
σφάξιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schlachten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σφαγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schlachten
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)