dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wild
Ⓦ
Ⓖ
…
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grimmig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heftig
Ⓦ
Ⓖ
…
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rabiat
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungezähmt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eisig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
streng
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
blind
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grob
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hart
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rau
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
scharf
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unsanft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wilde
Ⓦ
Ⓖ
…
!
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…