dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κλιμακώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eskalieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτείνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eskalieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κλιμακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eskalieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
αποκλιμακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
deeskalieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κλιμακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eskalieren lassen
Ⓦ
Ⓖ
…