dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
γαλίφης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schmeichelkatze
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
γαλίφης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schmeichler
Ⓦ
Ⓖ
…