dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
αρχαι.
η
φολίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
dünne Werkzeug aus der Steinzeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φολίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schuppe
Ⓦ
Ⓖ
…