dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
αραιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dünne
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λεπτότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dünne
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
λεπτό στρώμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünne Folie
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
αρχαι.
η
φολίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
dünne Werkzeug aus der Steinzeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λεπτύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünner machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λεπταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünner werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünner werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λεπτύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünner werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αδυνατίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünner werden
Ⓦ
Ⓖ
…