dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
κερί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Wachs
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κερί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wachskerze
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κερί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kerze
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)