dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
σπινθηρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
funken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σπινθηρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Funken sprühen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σπινθηρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
funkeln
Ⓦ
Ⓖ
…