dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
κατακαθίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich absetzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατακαθίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich legen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατακαθίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich setzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατακαθίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
absinken
Ⓦ
Ⓖ
…