dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
συντονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Koordination
Ⓦ
Ⓖ
…
συντονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Koordinierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
συντονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abstimmung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
συντονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Resonanz
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)