dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ρουφώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufsaugen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
απορροφώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufsaugen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
απορρόφηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Aufsaugen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναρρόφηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Aufsaugen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αναρροφώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufsaugen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομυζώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufsaugen
Ⓦ
Ⓖ
…