dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
βάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tiefe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
βάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Bonität
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
βάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ferne
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
βάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Grund
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
βάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hintergrund
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)