dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
καθίζηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Erdrutsch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καθίζηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Senkung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
καθίζηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Absinken
Ⓦ
Ⓖ
…