dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
επάλληλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufeinander folgend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αλλεπάλληλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufeinander folgend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαδοχικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufeinander folgend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
διαδοχικώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufeinander folgend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
επανωτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufeinander folgend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
συνεχής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufeinander folgend
Ⓦ
Ⓖ
…