dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
προσθήκη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ansatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αφετηρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ansatz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αρχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ansatz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προσέγγιση
μεταφ.
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ansatz
μεταφ.
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τσόντα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ansatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)