dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
κέικ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
γλυκό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μελόπιτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πίτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πίττα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kuchen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)