dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
χυδαιολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
ordinäre Ausdruck
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χυδαιολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unflätigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…