dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίρρημα
ληθαργικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lethargisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ληθαργικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lethargisch
Ⓦ
Ⓖ
…