dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ψεγαδιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tadeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ψεγαδιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ψεγαδιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abkanzeln
Ⓦ
Ⓖ
…