dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Terminologie
Ⓦ
Ⓖ
…
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fachbezeichnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fachsprache
Ⓦ
Ⓖ
…
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Namensverzeichnis
Ⓦ
Ⓖ
…
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Systematik
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fachausdruck
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fachausdrücke
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fachbezeichnung.
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ορολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nomenklatur
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)