dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
διαφεύγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
δραπετεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
υπεκφεύγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entgehen
Ⓦ
Ⓖ
…