dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
άροση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Pflügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αλετρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pflügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
όργωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Pflügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
οργώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pflügen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
σβαρνίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
durchpflügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
βολοδέρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
durchpflügen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αυλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
durchpflügen
Ⓦ
Ⓖ
…