dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ομοσπονδιακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bundes-
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ομοσπονδιακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
föderativ
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ομοσπονδιακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bundesstaatlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ομοσπονδιακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bundeseigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ομοσπονδιακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
föderalistisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)