dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ξεσκονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abstauben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Staub abwischen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Staub wischen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verprügeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wischen
Ⓦ
Ⓖ
…