dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
ξενοδοχοϋπάλληλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hotelangestellte
Ⓦ
Ⓖ
…