dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
φλέβα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Vene
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φλέβα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Talent
Ⓦ
Ⓖ
…
φλέβα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ader
Ⓦ
Ⓖ
…
!
φλέβα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Blutader
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)