dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
Λίγοι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wenige
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
ουκ ολίγοι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nicht wenige
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ολιγοήμερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenige Tage dauernd
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μικρότερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
λιγότερο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
μείον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λιγότερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
weniger entwickelte Land
Ⓦ
Ⓖ
…
!
λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger entwickeltes Land
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ουκ εν τω πολλώ το ευ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger ist mehr
Ⓦ
Ⓖ
…
!
λίγα και καλά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger ist mehr
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λιγοστεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger werden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
χαμηλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weniger werden
Ⓦ
Ⓖ
…