dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λασπώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μολύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λερώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λέρωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μαγαρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μουρνταρεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πασαλείφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σπιλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
βρομίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ρυπαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschmutzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)