dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
ιστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Webstuhl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
αργαλειός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Webstuhl
Ⓦ
Ⓖ
…