dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
ιδιοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aneignung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδιοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Usurpation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδιοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zueignung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδιοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
widerrechtliche Aneignung
Ⓦ
Ⓖ
…