dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ραμφίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hacken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ραμφίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
picken
Ⓦ
Ⓖ
…