dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ωμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
roh
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ώμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schulter
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ωμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grausam
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ώμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Achsel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ωμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schulter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ώμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Herz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ωμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Achsel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ωμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schroff
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ωμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grob
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)