dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hinterlist
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
List
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
arglistige Täuschung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Betrug
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tücke
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vorsatz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Arglist
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)