dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
διπλανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
benachbart
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
διπλανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
angrenzend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διπλανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nachbar-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διπλανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Neben-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διπλανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nebenan
Ⓦ
Ⓖ
…