dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
λουρί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gurt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λουρί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hundeleine
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λουρί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lasche
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λουρί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Strippe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λουρί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Leine
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λουρί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Riemen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)