dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διαφήμιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reklame
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ρεκλάμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reklame
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
ρεκλαμάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Reklame machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαφημιστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Reklame-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γιγαντοαφίσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reklametafel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαφήμιση βιτρίνας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schaufensterreklame
Ⓦ
Ⓖ
…