dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αλείφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαγράφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεγράφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstreichen
Ⓦ
Ⓖ
…