dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
εμβολιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
impfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
δαμαλίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
impfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπολιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
impfen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)