dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αβγαταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vergrößern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αβγαταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ansteigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αβγαταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vermehren
Ⓦ
Ⓖ
…