dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
Άννα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Anna
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)