dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Damm
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Deich
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schranke
Ⓦ
Ⓖ
…
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Staudamm
Ⓦ
Ⓖ
…
!
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Barriere
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gitter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zaun
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
φράγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sperre
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)